Αγαπητές
φίλες και φίλοι του κινηματογράφου γεια σας
Στις 7 Μαρτίου 1999 έφυγε από τη ζωή ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Ακόμη και
σήμερα αρκετοί είναι εκείνοι που θεωρούν βρετανό τον μεγαλωμένο στο
Μπρονξ αμερικανοεβραίο σκηνοθέτη επειδή τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής
του επέλεξε να ζει μόνιμα στην Αγγλία. Εκκεντρικός λόγω της εσωστρέφειας
του. Εμμονικός επειδή πάντα κυνήγαγε το άπιαστο. Και αλάνθαστος όσον
αφορά την επιλογή των θεμάτων και τον τρόπο που θα τα αναδείξει στην
εκάστοτε ταινία του. Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ ήταν ένας σπουδαίος φωτογράφος
(οι συνάδελφοι του μιλάνε για ένα σιωπηλό, λεπτό άντρα που έφτιαχνε
ολόκληρες ιστορίες με τις φωτογραφίες του) που μεταμορφώθηκε σε ένα ακόμη
σπουδαιότερο σκηνοθέτη. Η εικαστική δε ματιά του αποκαλύπτεται σε κάθε
ταινία που γύρισε, σε κάθε πλάνο που συνέλαβε ο οραματιστής δημιουργός ο
οποίος παρεμπιπτόντως δεν κατέκτησε ποτέ το Όσκαρ σκηνοθεσίας.
Η μέρα που άλλαξε τη ζωή του ήταν εκείνη των 13ων γενεθλίων του. Τότε,
στις 26 Ιουλίου 1941 ο γιατρός πατέρας του και η αυστριακής (μερικά λεξικά
κάνουν λόγο για ρουμανική) καταγωγής μητέρα του, του χάρισαν μια
φωτογραφική μηχανή που έκτοτε έγινε ένα από τα πάθη του. Ο νεαρός
Κιούμπρικ δεν ήταν ο μονόχνοτος νέος που περιγράφουν κάποιοι μελετητές
του, αφού είχε απέραντη λατρεία για το σκάκι, την τζαζ (έπαιζε ντραμς),
το σινεμά- αμέτρητες οι ταινίες που έβλεπε στο σινεμά της γειτονιάς του
«Loew’s Paradise»-, αλλά και το μπέιζμπολ καθώς ήταν φανατικός οπαδός των
New York Yankees. Έκτοτε φωτογράφιζε τα πάντα και τη μέρα του θανάτου του
Φράνκλιν Ρούζβελτ, στις 12 Απριλίου 1945, αποθανάτισε τη σκηνή που ένα
πλήθος ορμά σε ένα εφημεριδοπώλη για να πληροφορηθεί τα μακάβρια νέα
καθώς κι ένα απελπισμένο άντρα που διαβάζει αποσβολωμένος την είδηση στην
εφημερίδα του. Αυτό ήταν. Οι εν λόγω φωτογραφίες θα αγοραστούν έναντι 25
δολαρίων (μαζί με κάποιες ακόμη φωτογραφίες από την προσωπική συλλογή του
που απεικόνιζαν αναμετρήσεις σκακιστών, αγώνες πυγμαχίες, σκηνές από
πάρκα κλπ) από το περιοδικό Look και έκτοτε θα γίνει μόνιμος συνεργάτης
του. Η εξέλιξη αυτή θα ικανοποιήσει και τους γονείς του, αφού ως μαθητής
ο Στάνλεϊ είχε πολλά προβλήματα παρά το υψηλό I.Q. του καθώς δεν έδειχνε
ενδιαφέρον για τα μαθήματα του – μόνο η Φυσική του άρεσε- και έκανε
συνεχώς κοπάνες. Το αποκορύφωμα ήταν μια αποβολή στα 12 του που έκανε
έξαλλο τον αυστηρό πατέρα του (με τον οποίο δεν τα πήγαινε και τόσο καλά)
και τον έστειλε για αρκετούς μήνες να μείνει σε συγγενείς στην Καλιφόρνια
μπας και «αλλάξει μυαλά».
O Κιούμπρικ επέλεξε να στραφεί στον κινηματογράφο λίγο μετά τα 20 του, επηρεασμένος
από την εμπειρία που απέκτησε ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο ως φωτογράφος
– καθοριστικό το ταξίδι του στην Ιβηρική χερσόνησο- καθώς ήρθε σε επαφή
με δεκάδες γεγονότα και ανθρώπους που τον βοήθησαν να διευρύνει τους
ορίζοντες και τις γνώσεις του. Η προϋπάρχουσα αγάπη του για την έβδομη
τέχνη μετατράπηκε σε λατρεία όταν ανακάλυψε τη δυναμική του μοντάζ στις
ταινίες του Σεργκέι Αϊζενστάιν και του Όρσον Γουέλς. Ειδικά ο «Πολίτης
Κέιν» τον ξετρέλανε και ήταν πάντα στην κορυφή των αγαπημένων του φιλμ
μαζί με τους «Βιτελόνι» του Φελίνι, τις «Άγριες Φράουλες» του Μπέργκμαν
και τα «Φώτα της πόλης» του Τσάπλιν.
Στο πρώτο του μικρού μήκους φιλμ, το «Day of the fight» που γύρισε το
1950 με θέμα τον πυγμάχο Γουόλτερ Κάρτιερ, θα μάθει τα βασικά της
κινηματογραφικής γλώσσας από τον άνθρωπο που του νοίκιασε τα μηχανήματα
και του έδειξε πως να χρησιμοποιεί την κάμερα, να κάνει την ηχοληψία και
φυσικά το μοντάζ! Εδώ είναι που θα πει την φράση «ο καλύτερος τρόπος για
να μάθεις το σινεμά είναι το να κάνεις μόνος σου τη δική σου ταινία». Η
RKO θα ενδιαφερθεί για το φιλμ και θα του δώσει 4.000 δολάρια – τα
περισσότερα που είχαν δοθεί ως τότε από την εταιρεία για φιλμ μικρού
μήκους- για το επόμενο σχέδιο του. Ακολουθούν άλλα δύο μικρού μήκους
ντοκιμαντέρ, το «Flying Padre» και το «The seafarers», πριν κάνει το
σκηνοθετικό ντεμπούτο του στις μεγάλου μήκους ταινίες το 1953 με το «Fear
and Desire» μια πολεμική αλληγορία για τέσσερις στρατιώτες που
παγιδεύονται στις γραμμές του εχθρού, που κόστισε λιγότερο από 50.000
δολάρια. Δύο χρόνια μετά ακολουθεί το b-movie «Φιλί του δολοφόνου», ένα
64λεπτο νουάρ που στοίχισε 75.000 δολάρια αλλά έβγαλε τα λεφτά του και με
το παραπάνω, επιτρέποντας στον Κιούμπρικ να σχεδιάσει απερίσπαστος πλέον
την πρώτη σημαντική ταινία του. Το φιλμ νουάρ «Killing» ή «Κλοπή»
βασίζεται στο μυθιστόρημα του Λάιονελ Γουάιτ «Clean break» και περιγράφει
μια καλοστημένη κομπίνα με φόντο τον κόσμο του ιπποδρόμου. Σχεδόν
ντοκιμαντερίστικη γραφή, πέντε άντρες του περιθωρίου που σχολιάζουν τις
τελευταίες λεπτομέρειες μιας ληστείας, ένας προδιαγεγραμμένος άνισος
αγώνας κατά του συστήματος.
|
Comments
Post a Comment